Η αύξηση των επενδύσεων για την έρευνα, η ενίσχυση του
ερευνητικού δυναμικού και η σύνδεση της επιστήμης με την
κοινωνία αποτελούν τους στρατηγικούς τομείς, στους οποίους η
"προτυποποίηση" ή συγκριτική αξιολόγηση (benchmarking) των
εθνικών ερευνητικών πολιτικών μπορεί να λειτουργήσει ως χρήσιμο
εργαλείο για την ανταλλαγή γνώσεων και την αμοιβαία μάθηση
μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών.
Αυτό είναι το
βασικό συμπέρασμα της Διάσκεψης για την "προτυποποίηση" των
εθνικών ερευνητικών πολιτικών, που διοργανώθηκε από το
Υπουργείο Ανάπτυξης (Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας,
Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή
(Γενική Διεύθυνση Έρευνας), στο πλαίσιο της Ελληνικής
Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις 17-18 Ιανουαρίου 2003,
στην Αθήνα.
Στη Διάσκεψη, η
οποία ήταν και η πρώτη εκδήλωση της Ελληνικής Προεδρίας στον
τομέα της έρευνας, συμμετείχαν εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, υπεύθυνοι χάραξης
εθνικών πολιτικών και ακαδημαϊκοί από όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές
χώρες. Κύριοι ομιλητές στην εναρκτήρια συνεδρίαση της Διάσκεψης
ήταν ο κ. Δ. Δενιόζος, Γενικός Γραμματέας Έρευνας και
Τεχνολογίας, ο κ. Α. Μητσός, Γενικός Διευθυντής της
Γενικής Διεύθυνσης Έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η κα
Εryl McNally, Μέλος του Ευρωκοινοβουλίου στην επιτροπή
Βιομηχανίας, Εμπορίου, Έρευνας και Ενέργειας και ο κ. Gonzalo
Leon Serrano, Γενικός Γραμματέας Επιστημονικής Πολιτικής του
Υπουργείου Επιστήμης και Τεχνολογίας της Ισπανίας.
Σε δήλωσή του στον
ελληνικό κόμβο της CORDIS ο κ. Δ. Δενιόζος, υπογράμμισε
τη σημασία της συγκριτικής αξιολόγησης, η οποία παρέχει
αξιόπιστους και διαχρονικούς δείκτες που συμβάλλουν όχι μόνο
στην ανάληψη πολιτικών παρεμβάσεων, αλλά και στην τεκμηρίωση των
πολιτικών επιλογών σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.
Σύμφωνα με τον κ.
Δενιόζο, "η Διάσκεψη αποτέλεσε μια συνάντηση σταθμό, καθώς
έκλεισε μια περίοδος εφαρμογής της συγκριτικής αξιολόγησης στην
Ευρώπη, ως εργαλείο για τον εκσυγχρονισμό των παρεμβάσεων στις
πολιτικές έρευνας, και τέθηκαν οι προτεραιότητες για τα επόμενα
χρόνια".
Σχετικά με τις
επενδύσεις στον τομέα της έρευνας και την επίτευξη του στόχου
του Συμβουλίου της Λισσαβόνας για την ανάδειξη της Ευρώπης στην
πιο ανταγωνιστική οικονομία της γνώσης, ο κ. Α. Μητσός,
τόνισε στον ελληνικό κόμβο της CORDIS πως "η απόφαση για την
αύξηση των δημόσιων δαπανών για την έρευνα δεν αποτελεί
παραχώρηση, αλλά προϋπόθεση για την ανάπτυξη" και συμπλήρωσε πως
"εάν η Ευρώπη θέλει πραγματικά να ενισχύσει την ανταγωνιστική
της θέση σε διεθνές επίπεδο, έως το 2010, ο μόνος τρόπος είναι η
επένδυση στο χώρο της γνώσης".
Όσον αφορά τη διαδικασία της συγκριτικής αξιολόγησης, ο κ.
Μητσός επεσήμανε την ανάγκη, τόσο για τον καθορισμό και την
ανάλυση συγκεκριμένων θεμάτων, όπως οι ανθρώπινοι πόροι και οι
ιδιωτικές επενδύσεις για την έρευνα, όσο και για τη δημιουργία
σύνθετων δεικτών οι οποίοι θα δίνουν μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα
της κατάστασης της έρευνας.
Μάθηση μέσω
σύγκρισης: Η πρακτική της συγκριτικής αξιολόγησης Στόχος
της συγκριτικής αξιολόγησης είναι να παρέχει σε κάθε κράτος
πληροφορίες, παραδείγματα και εμπειρίες από άλλα κράτη, στοιχεία
που μπορούν να συμβάλλουν στη διαμόρφωση των βέλτιστων δυνατών
πολιτικών. Αποτελεί έτσι ένα ιδιαίτερα σημαντικό εργαλείο για τη
δημιουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας.
Όπως επισημάνθηκε
από τους συμμετέχοντες στη Διάσκεψη, η ανάλυση και η ερμηνεία
των αποτελεσμάτων της συγκριτικής αξιολόγησης αποτελεί
αντικείμενο των εθνικών κυβερνήσεων. Αξιολογώντας λοιπόν τα
διάφορα στατιστικά στοιχεία και τους παραγόμενους δείκτες, και
λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες, τα κράτη έχουν τη
δυνατότητα να βελτιώσουν τις πολιτικές τους στον τομέα της
έρευνας και της τεχνολογίας.
Η Διάσκεψη της
Αθήνας πραγματοποιήθηκε με αφορμή την ολοκλήρωση του πρώτου
κύκλου συγκριτικής αξιολόγησης των εθνικών πολιτικών για την
έρευνα και την έναρξη του δεύτερου.
Ο πρώτος κύκλος, ο
οποίος πραγματοποιήθηκε σε πιλοτικό επίπεδο, είχε επικεντρωθεί
σε πέντε τομείς: Ανθρώπινοι πόροι στον τομέα Έρευνας και
Τεχνολογικής Ανάπτυξης (Ε&ΤΑ), Δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις
για Ε&ΤΑ, Αντίκτυπος της Ε&ΤΑ στην ανταγωνιστικότητα και την
απασχόληση, Επιστημονική και τεχνολογική παραγωγικότητα,
Προώθηση της κουλτούρας Ε&ΤΑ και δημόσια κατανόηση της
επιστήμης.
Τα αποτελέσματα
αυτού του κύκλου, τα οποία έχουν ήδη δημοσιευθεί και συζητηθεί,
παρουσιάστηκαν στη Διάσκεψη της Αθήνας, και συνέβαλαν στη
διαμόρφωση των στρατηγικών τομέων του δεύτερου κύκλου, οι οποίοι
σύμφωνα με τη Διακήρυξη της Διάσκεψης είναι: επενδύσεις για την
έρευνα, ανθρώπινοι πόροι στην έρευνα, σχέση Επιστήμης και
Κοινωνίας.
Όπως αναφέρεται
μάλιστα στη Διακήρυξη, η συγκριτική αξιολόγηση μπορεί να
αποδειχθεί χρήσιμη σε μια σειρά θεμάτων όπως: πολιτικές για την
αύξηση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων για Έρευνα και
Τεχνολογική Ανάπτυξη (Ε&ΤΑ), σχέση βιομηχανίας και έρευνας,
κινητικότητα και σταδιοδρομία των ερευνητών, δυναμική
ερευνητικών δομών, κυβερνητικές πρωτοβουλίες για τη δημόσια
κατανόηση της επιστήμης, δραστηριότητες επιστημονικών
κέντρων/μουσείων.
Επίσης,
επισημαίνεται ότι η συγκριτική αξιολόγηση αποτελεί βασικό
εργαλείο για την υποστήριξη και εφαρμογή της μεθόδου ανοιχτού
συντονισμού των ερευνητικών πολιτικών, η οποία υιοθετήθηκε από
το Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας το Νοέμβριο του 2002.
Περισσότερες
πληροφορίες για τη Διάσκεψη της Αθήνας παρέχονται στον
ελληνικό κόμβο της CORDIS (www.cordis.lu/greece)
για την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και την καινοτομία, ο
οποίος λειτουργεί ανανεωμένος από 01/01/03 υποστηρίζοντας τις
δραστηριότητες της ελληνικής προεδρίας της ΕΕ. |