05/03/2003
Η ανάπτυξη της εγχώριας αγροτικής έρευνας και τεχνολογίας αποτελεί
βασική προτεραιότητα του στρατηγικού σχεδιασμού για τη βιωσιμότητα της
γεωργίας και την ανάπτυξη της υπαίθρου, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της
μελέτης "
Βιώσιμη γεωργία σε μια ανεπτυγμένη ύπαιθρο: στρατηγική δεκαετίας για την
αγροτική ανάπτυξη της Ελλάδας
", που εκπόνησε ανεξάρτητη επταμελής ομάδα πανεπιστημιακών καθηγητών για το
Υπουργείο Γεωργίας.
Εξετάζοντας τις μορφές και τους φορείς τεχνολογικών εξελίξεων, καθώς
επίσης και ευρύτερους εθνικούς και διεθνείς παράγοντες που επηρεάζουν
τον τομέα της αγροτικής έρευνας, η μελέτη καταλήγει στη διαπίστωση πως η
Ελλάδα, συγκρινόμενη με πολλά κράτη μέλη της ΕΕ, υστερεί στην παραγωγή
τεχνολογικών καινοτομιών αγροτικού χαρακτήρα και στην έγκαιρη εισαγωγή
και ορθολογική αξιοποίηση των τεχνολογικών εξελίξεων που αναπτύσσονται
διεθνώς.
Σύμφωνα με το κείμενο εργασίας, η
υστέρηση στον τομέα της εγχώριας παραγωγής και μεταφοράς τεχνογνωσίας
οφείλεται σε δύο κύριους λόγους
. Kαταρχάς, η ανεπαρκής χρηματοδότηση των ερευνητικών ιδρυμάτων
αδυνατεί να υποστηρίξει τόσο την οργάνωση και τη στελέχωση με
εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό όσο και τον απαιτούμενο εξοπλισμό και
τις υποδομές.
Επιπλέον, η εγχώρια αγροτική έρευνα δε διαθέτει αποτελεσματικούς
μηχανισμούς σύνδεσης με την παραγωγή, ώστε οι έρευνες να
προσανατολίζονται και να προσαρμόζονται στις ιδιαιτερότητες του
ελληνικού αγροτικού τομέα. Αυτό έχει ως συνέπεια την ανάπτυξη
καινοτομιών και τεχνογνωσίας που δεν ανταποκρίνονται στις άμεσες ανάγκες
της ελληνικής γεωργίας.
Οι ερευνητικές δραστηριότητες του ιδιωτικού τομέα
αφορούν κυρίως τεχνολογίες με άμεση εφαρμογή, οι οποίες προσδιορίζονται με
βάση τη ζήτηση συγκεκριμένων υπηρεσιών από τους παραγωγούς. Βασικός
στόχος των φορέων του ιδιωτικού τομέα είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους
και προς αυτήν την κατεύθυνση, επικεντρώνονται συχνά στην εισαγωγή
τεχνολογικών εφαρμογών από το εξωτερικό και τη διάθεση τους στην
ελληνική αγορά με οργανωμένα δίκτυα εμπορίας. Κατά συνέπεια, η
ερευνητική τους δράση δεν καλύπτει τις ανεπάρκειες του δημόσιου τομέα,
στο χώρο των τεχνολογικών εξελίξεων της χώρας.
Όσον αφορά την
εισαγωγή των διεθνών τεχνολογικών εξελίξεων
, έντονη είναι η εξάρτηση των παραγωγών από συγκεκριμένα κέντρα του
εξωτερικού, δεδομένου του ολιγοπωλιακού καθεστώτος της αγροτικής
τεχνολογίας. Παράλληλα, η αξιοποίηση της εισαγόμενης τεχνολογίας είναι
περιορισμένη, καθώς δεν υπάρχει ένας αποτελεσματικός μηχανισμός για τον
εξορθολογισμό των προτεραιοτήτων και τον έλεγχο της καταλληλότητας των
τεχνολογικών αυτών καινοτομιών, ώστε να ανταποκρίνονται και να
προσαρμόζονται στις ανάγκες του ελληνικών αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Σημειώνεται πως η εντατικοποίηση της παραγωγής με τη χρήση
μη-προσαρμοσμένης τεχνολογίας μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του κόστους
παραγωγής χωρίς ταυτόχρονη αύξηση της παραγωγικότητάς των αγροτικών
εκμεταλλεύσεων, δημιουργώντας πρόσθετα προβλήματα ανταγωνιστικότητας.
Σχετικά με τον
τομέα των βιομηχανοποιημένων εισροών και των μεγάλων εγκαταστάσεων αγροτικών
μονάδων εντατικής μορφής
, η μελέτη επισημαίνει πως η ελληνική γεωργία εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά
από τις εισαγωγές, καθώς η εγχώρια παραγωγή περιορίζεται σε τελικά
στάδια πριν από την πώληση των προϊόντων στους αγρότες. Παρόμοια είναι η
κατάσταση και στους εξοπλισμούς ελέγχου της υγιεινής της ασφάλειας των
αγροτικών προϊόντων και τήρησης προδιαγραφών ποιότητας, καθώς και στον
τομέα σύγχρονης οργάνωσης και εμπορίας αγροτικών προϊόντων όπου
απαιτείται ψηφιακή τεχνολογία και σύγχρονες μορφές εφαρμογών
πληροφορικής.
Σύμφωνα με το συντονιστή της μελέτης, καθηγητή
Ν. Μαραβέγια, το κείμενο
εργασίας δεν αποσκοπεί μόνο στην καταγραφή της σύγχρονης πραγματικότητας
αλλά και στον προσδιορισμό των βασικών κατευθύνσεων πολιτικής για την
επόμενη δεκαετία. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται στρατηγικός σχεδιασμός
με έμφαση στην ενίσχυση της εγχώριας έρευνας, στη δημιουργία και
διατήρηση πολλαπλασιαστικού υλικού από ελληνικές ποικιλίες φυτών και
φυλές ζώων, στην εκπαίδευση και ενημέρωση των αγροτών για την
ευαισθητοποίηση σχετικά με την απεξάρτησή τους, στο βαθμό που είναι
εφικτό, από κέντρα του εξωτερικού σε ότι αφορά βασικές εισροές της
αγροτικής παραγωγής.
Εκτός από τις τεχνολογικές πτυχές της αγροτικής ανάπτυξης, η μελέτη της
ανεξάρτητης επιστημονικής επιτροπής εξετάζει οικονομικά, κοινωνικά και
θεσμικά ζητήματα της ελληνικής γεωργίας, καθώς και εθνικούς, ευρωπαϊκούς
και διεθνείς παράγοντες που παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της
αγροτικής πολιτικής. Προλογίζοντας το κείμενο, ο Υπουργός Γεωργίας, κ.
Γ. Δρυς, τονίζει ότι η μελέτη θα αποτελέσει τη
βάση για την ανάπτυξη ενός ευρύτατου κοινωνικού διαλόγου με όλους τους
"κοινωνικούς εταίρους" που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την ελληνική
γεωργία και την ύπαιθρο ώστε να διαμορφωθεί το τελικό κείμενο της
"Εθνικής Στρατηγικής για την ελληνική γεωργία και την ύπαιθρο".
Σημειώνεται πως τη μελέτη εκπόνησαν οι καθηγητές: Ν.
Μαραβέγιας-Πανεπιστήμιο Αθηνών, Κ. Αποστολόπουλος-Χαροκόπειο
Πανεπιστήμιο, Κ. Μάττας-Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ν.
Μπαλτάς-Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Α. Μωυσίδης-Πάντειο
Πανεπιστήμιο, Κ. Παπαγεωργίου-Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Δ.
Ψαλτόπουλος-Πανεπιστήμιο Πατρών.
"Βιώσιμη γεωργία σε μια ανεπτυγμένη ύπαιθρο: στρατηγική δεκαετίας για την
αγροτική ανάπτυξη της Ελλάδας"
www.ekt.gr, με πληροφορίες από Yπουργείο Γεωργίας